Η Διοίκηση του Πανελλήνιου Συνδέσμου Αθλητικού Τύπου προχώρησε στην υλοποίηση μιας νέας πρωτοβουλίας, που στόχο έχει να αναδείξει τις εφημερίδες που…έγραψαν ιστορία στα αθλητικά πράγματα και βεβαίως τους συναδέλφους που ξεκίνησαν σε αυτές ή …μεγάλωσαν μαζί τους. Η σημαντική αυτή σειρά παρουσιάσεων με τίτλο «Η εφημερίδα της ζωής μας» έκανε πρεμιέρα με τη χθεσινή διαδικτυακή ημερίδα, που αφορούσε την ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ, την ιστορική αθλητική εφημερίδα της χώρας μας, που πρωτοκυκλοφόρησε το 1945 και κατέβασε ρολά οριστικά το 2008.
Ο Πρόεδρος του ΠΣΑΤ, Γιάννης Θεοδωρακόπουλος καλωσόρισε τους συμμετέχοντες και τόνισε ότι αρχικός στόχος, πριν από ένα χρόνο, ήταν τα αφιερώματα αυτά να γίνονταν με τη φυσική παρουσία των συμμετεχόντων. Οι εξελίξεις όμως της πανδημίας, μας πρόλαβαν και ανέτρεψαν τα σχέδιά μας. Στόχος μας είναι να διοργανωθούν ημερίδες για όλες τις ιστορικές εφημερίδες και στο τέλος, να εκδοθεί μια συλλεκτική ξεχωριστή έκδοση για την καθεμιά. Η πρώτη «εφημερίδα της ζωής μας» είναι η Αθλητική Ηχώ, που γεννήθηκε μέσα στην Κατοχή από τον Αθανάσιο Σέμπο και τον Γεώργιο Γεωργαλά, την ώρα που ο ελληνικός αθλητισμός προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια του, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. «Σε αυτή την εφημερίδα, στην οποία ξεκίνησα κι εγώ», επισήμανε ο πρόεδρος του ΠΣΑΤ, «εκατοντάδες δημοσιογράφοι έκαναν τα πρώτα τους βήματα. Πολλοί από αυτούς έκαναν στη συνέχεια μεγάλη καριέρα και εκτός αθλητικού ρεπορτάζ».
Στην ημερίδα συμμετείχαν πολλοί από τους δημοσιογράφους που έγραφαν στην Αθλητική Ηχώ. Αρκετοί από τους οποίους πήραν και το λόγο μέσα σε ένα κλίμα αναμνήσεων αλλά και συγκίνησης.
Χαιρετισμό απηύθυνε η Πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ, Μαρία Αντωνιάδου, η οποία αφού αναφέρθηκε στην παρουσία του Ευάγγελου Φουντουκίδη και του Αντώνη Αντωνιάδη, τόνισε ότι η Ηχώ ήταν μια μεγάλη δημοσιογραφική σχολή, από όπου ξεκίνησαν και στη συνέχεια μεγαλούργησαν πολλοί συνάδελφοι.
Ο λόγος δόθηκε πρώτα- πρώτα στον «δάσκαλο» κ. Ευάγγελο Φουντουκίδη, ο οποίος αναφέρθηκε στα πρώτα του βήματα. «Πήγα στην εφημερίδα το 1948-49, ακριβώς μετά το σχολείο. Ο ελληνικός αθλητισμός ήταν στα σπάργανα, είχε προηγηθεί πόλεμος, ωστόσο υπήρχε διάθεση ανάπτυξης του αθλητισμού, με αφορμή την τρίτη θέση, που είχε λάβει η εθνική μας ομάδα μπάσκετ στο πανευρωπαϊκό του Κάιρο. Το μπάσκετ ήταν πρωτόγνωρο άθλημα την εποχή εκείνη, αφού τα μάτια όλων ήταν στραμμένα στο ποδόσφαιρο. Ουσιαστικά εκείνα τα δύσκολα χρόνια το βάρος έπεφτε σε τρία αθλήματα, ποδόσφαιρο, στίβος, μπάσκετ». Στη συνέχεια αναφέρθηκε στην καριέρα του στην τηλεόραση. Ήταν πραγματικά μια παρέμβαση με μεγάλες συγκινήσεις, γιατί οι αναμνήσεις του είναι πολλές.
Ο παλαιός πρωταθλητής του στίβου και πρώην πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ Γιώργος Μαρσέλλος τόνισε ότι η Ηχώ προέβαλε τις επιτυχίες του όχι μόνο στον στίβο, αλλά και στα διοικητικά, με την εκλογή του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Στίβου. Ο πρόεδρος Γιάννης Θεοδωρακόπουλος επισήμανε δε ότι ο κ. Μαρσέλλος, που ήταν και μέλος της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Στίβου συνέβαλε στην ανάληψη της διοργάνωσης του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος το 1982 από την Αθήνα και με αφορμή το γεγονός αυτό, θεμελιώθηκε και κατασκευάστηκε το Ολυμπιακό Στάδιο. «Η εφημερίδα έπαιξε σημαντικό ρόλο στην προβολή και στην ανάπτυξη του αθλητισμού» είπε.
Ο πρόεδρος επί Τιμή του ΠΣΑΤ και πρόεδρος του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου της ΕΣΗΕΑ, Παύλος Γερακάρης τόνισε ότι αποτελεί και εκείνος ένα από τα «παιδιά» της μεγάλης αυτής σχολής. Έκανε τα πρώτα του δημοσιογραφικά βήματα στα ερασιτεχνικά ποδοσφαίρου και σε άλλα σπορ και η συνεισφορά της σχολής αυτής στην πορεία όλων ήταν σημαδιακή. Νιώθει συγκινημένος που θήτευσε δίπλα σε τεράστιες προσωπικότητες που σφράγισαν τη δημοσιογραφική ζωή και έδειξαν το δρόμο στους νεότερους (Διακογιάννης, Φουντουκίδης, Βούρβουλης, Παπαναγιώτου, Μακρίδης), είναι ωστόσο κρίμα που η ιστορική αυτή εφημερίδα έκλεισε με τον πλέον παράδοξο τρόπο. Θα έπρεπε να υπήρχε ακόμη ως σχολή δημοσιογραφίας. «Η σημερινή ημερίδα», πρόσθεσε ο κ. Γερακάρης «συμβάλλει τα μέγιστα στην ιστορία του Τύπου, ιδίως τη νέα αυτή εποχή που διανύουμε με τις νέες τεχνολογίες. Ο δρόμος οδηγεί προς την επιτυχία της αθλητικής δημοσιογραφίας και του ΠΣΑΤ, που με αυτή την πρωτοβουλία, αναδεικνύουν ένα νέο τρόπο σκέψης».
Η Αντιπρόεδρος της ΕΣΗΕΑ και δημοσιογράφος της Ηχούς, Άρια Αγάτσα τόνισε ότι βρέθηκε στην εφημερίδα 19 ετών κορίτσι, ως βοηθός συντάκτης και έκανε ρεπορτάζ ακόμη και στους ανδροκρατούμενους χώρους των γηπέδων. « Ήταν δύσκολα για τις γυναίκες εκείνα τα χρόνια, αλλά ήταν και ωραία, αφού κανείς δεν ήταν συνηθισμένος σε γυναικεία παρουσία στα γήπεδα ή στα αποδυτήρια. Θυμάμαι με αγάπη και ζεστασιά τους συναδέλφους και επικυρώνω ότι η Ηχώ ήταν ένα μεγάλο σχολείο».
Ο κανονιέρης των γηπέδων Αντώνης Αντωνιάδης εξέφρασε τη συγκίνησή του γι αυτή τη συνάντηση και επισήμανε ότι στα χρόνια της καριέρας του συνεργάστηκε με όλους τους δημοσιογράφους με αγνότητα συναισθημάτων. Η Ηχώ ήταν μια πρωτοπόρος του αθλητικού Τύπου στην Ελλάδα, η σημαιοφόρος της ενημέρωσης και η πρώτη εφημερίδα που τον ανακάλυψε στην Ξάνθη και τον έκανε πρωτοσέλιδο, στηρίζοντάς τον ουσιαστικά στη μεταγραφή του στον Παναθηναϊκό. Οι Αθανάσιος Σέμπος, Πάνος Μακρίδης και Σταμάτης Γρατσίας ήταν σαν αδέρφια του. Ειδική αναφορά έκανε και στους Νίκο Γκούμα, Γιώργο Βενετούλια, Χρήστο Σωτηρακόπουλο και ασφαλώς στον Γιώργο Δόγα, που ήταν μέλος της οικογένειάς του όσο ήταν στον Παναθηναϊκό. «Επίσης», τόνισε «αξίζει να αναφερθώ και στους γλαφυρούς, ενίοτε ποιητικούς χαρακτηρισμούς, με τους οποίους μας περιέγραφαν οι δημοσιογράφοι της εφημερίδας. Πχ ο δαντελένιος εξτρέμ, χαλκέντερος αμυντικός, ή ο κανονιέρης επιθετικός». Ο Αντώνης αναφέρθηκε και στην εποχή που ήρθε στον Παναθηναϊκό και όλοι είχαν μεγάλες απαιτήσεις από τον ίδιο. «Δυστυχώς, όμως, λίγο πριν την προετοιμασία εμφάνισα ένα πρόβλημα υγείας που με κράτησε ένα χρόνο εκτός», τόνισε. «Ταλαιπωρήθηκα πολύ και για να βρω τη φυσική μου κατάσταση έκανα μπαλέτο και στίβο. Χωρίς την ενθάρρυνση της εφημερίδας μπορεί και να μην τα είχα καταφέρει».
Ο Στράτος Σεφτελής τόνισε ότι τότε τα σχολεία ήταν δύο, η Αθλητική Ηχώ και το Φως. Σχολεία που ανέδειξαν πολλούς και σημαντικούς δημοσιογράφους. Ο ίδιος το 1978, σε ηλικία 23 ετών, κλήθηκε να καλύψει το ρεπορτάζ της ΑΕΚ. Όταν πρωτομπήκε στα γραφεία της Οδού Βούλγαρη, βρέθηκε ανάμεσα σε δημοσιογράφους μεγάλα ονόματα, που τους διάβαζε και τους θαύμαζε. Εκεί έμαθε ότι τα πάντα σε επίπεδο ονείρων και στόχων μπορουν να αποκτηθούν με εργατικότητα. Η Ηχώ υπήρξε ιστορική και σχολείο και αυτό γιατί σήμερα, τα περισσότερα ΜΜΕ άγονται και φέρονται από διοικήσεις συλλόγων και ομοπονδιών. Τότε, όμως, οι εφημερίδες αυτές είχαν επιρροή στις διοικήσεις των ομάδων. Η επιρροή των δημοσιευμάτων της Ηχούς ήταν πολύ μεγάλη.
Ο Νίκος Δελαγραμμάτικας έφτασε στην Ηχώ, σε ηλικία 15 ετών, αφού είχε μόλις ολοκληρώσει την 3η γυμνασίου. Και πήγε φορώντας κοντά παντελόνια. Ο ίδιος επισήμανε ότι η οικογένειά του, του έδωσε διαπαιδαγώγηση, ενώ η Ηχώ την εκπαίδευση. «Έλαβα το ζην από την οικογένειά μου και το ευ ζην από την εφημερίδα», τόνισε χαρακτηριστικά. «Χρωστώ πολλά σε πολλούς», συνέχισε «γιατί όλοι με βοήθησαν και έδωσαν μια σύσταση για δουλειά. Από εκεί και πέρα είναι στο χέρι σου αν θα επιβεβαιώσεις ή αν θα απογητεύσεις».
Ο Ευάγγελος Κουκούλογλου, πολύ συγκινημένος, τόνισε «Είναι μια ιστορική εφημερίδα, μεγαλώσαμε δίπλα σε θρύλους και σε σπάνιους ανθρώπους που ενέπνεαν σεβασμό και δέος. Με ανθρώπους που αγαπούσαν τα νιάτα και ήθελαν να βοηθήσουν. Αυτό το κλίμα το νοιώθαμε όλοι. Δουλεύαμε τότε με χρώματα και αρώματα. Η Ηχώ ίσιωσε δρόμους και χάραξε νέους, μα το σημαντικότερο ήταν ότι διαμόρφωσε χαρακτήρες. Υπήρχε ανθρωπιά την εποχή εκείνη και η δημοσιογραφία γινόταν μέσα από την ψυχή μας, για την αξιοπιστία και τον σεβασμό στον κόσμο. Είμαι τυχερός που θήτευσα στην Αθλητική Ηχώ».
Ο Νίκος Σχοινάς έκανε μια διαδρομή στην πορεία του στην Αθλητική Ηχώ και θυμήθηκε τις καλές στιγμές που έζησε. «Πήγα το 1987 και λίγο αργότερα μου ανατέθηκε το ρεπορτάζ του Απόλλωνα μαζί με το επαρχιακό ρεπορτάζ, στο πλάι των Σωτήρη Παπαιωάννου και Δημήτρη Βαζογιάννη. Αργότερα και έπειτα από προτροπή του αείμνηστου Γρατσία, κατέληξα να κάνω το κυβερνητικό ρεπορτάζ του αθλητισμού που είχε τρέξιμο αλλά και υπευθυνότητα» και συνέχισε «ήταν πράγματι όμορφα χρόνια, που δεν ξεχνιούνται»
Ο Γιάννης Κούρκουλος εξέφρασε τη συγκίνησή του για την διοργάνωση της ημερίδας και τόνισε ότι οι συνάδελφοι της Ηχούς ήταν μια μεγάλη οικογένεια. «Οφείλω πολλά» τόνισε στους Γιάννη Θεοδωρακόπουλο και Παύλο Γερακάρη που μου έδωσαν την ευκαιρία να ασχοληθώ με τη δημοσιογραφία και με βοήθησαν και στη συνέχεια. «Όλα για μένα άρχισαν όταν μετά από τους Ολυμπιακούς του Μόντρεαλ το 1976 πήγα στα γραφεία για να βρω περισσότερα σχοιχεία για τα αποτελέσματα του μαραθωνίου δρόμου». Οι σχέσεις ήταν οικογενειακές και αυτός ήταν ο λόγος που η εφημερίδα είχε αυτή την ανοδική πορεία χρόνων.
Ο ολυμπιονίκης της πάλης, Πέτρος Γαλακτόπουλος, που σήμερα ασχολείται και με τα ΜΜΕ μέσα από τον ειδησεογραφικό οργανισμό sports3.gr, τόνισε ότι η Ηχώ ήταν η εφημερίδα που κάλυπτε με την ειδησογραφία της όλα τα μεγάλα γεγονότα παγκοσμίως. «Τις επιτυχίες τις πληροφορούμασταν από εκεί» ανέφερε «αφού δεν υπήρχε διαδίκτυο ή τηλεόραση και η μεγαλύτερη επιβράβευση του αθλητή ήταν να δει τον εαυτό του κρεμασμένο στα μανταλάκια. Όλοι οι αθλητές χρωστάμε πολλά στην ιστορική εφημερίδα».
Ο Δώρος Κλεοβούλου, γενικός γραμματέας του Πανελληνίου Συνδέσμου Γυμναστηρίων, τόνισε ότι ήρθε στην Αθήνα από την Κύπρο το 1972 ως φοιτητής και βρήκε στέγη στην Ηχώ ως συνεργάτης στο ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο. Το Σ/Κ γυρνουσε όλο το λεκανοπέδιο Αττικής και την Κυριακή το βράδι έδινε τα μάτς πουείχε παρακολουθήσει με αμοιβή 20 δραχμές το καθένα, δηλαδή 0,17 ευρώ. Ωστόσο, η σχέση αυτή σηματοδότησε και τη σταδιοδρομία του ως προπονητής ποδοσφαίρου, μετά και από την αποφοίτησή του από τη Γυμναστική Ακαδημία. «Έχω δεσμούς αιματος με την Ηχώ», τόνισε «και αυτοί χρονολογούνται και πριν την εγκατάστασή μου στην Αθήνα, αφού ως μαθητής την αγόραζα και την διάβαζα σαν ευαγγέλιο ενημέρωσης».
Ο Κώστας Γκόντζος τόνισε οτι ήρθε στην Ηχώ το καλοκαίρι του 1988 και το τελευταίο του μέλημα ήταν αν θα πληρωθεί. «Η χαρά μου ήταν να δω τα αρχικά του ονόματός μου στα κείμενα που έδινα σε μια στήλη. «Στην Ηχώ μάθαμε να δουλεύουμε», ανέφερε και πρόσθεσε «η εφημερίδα διέπλαθε δημοσιογράφους-εργάτες. Η δημοσιογραφία ήταν ρεπορτάζ, ήταν αγωνία να μην έχει κάποιος άλλος την είδηση που έχεις εσύ. Ήταν ωραία χρόνια γιατί περνούσαμε θαυμάσια. Ήταν ένα μεγάλο σχολείο. Προσωπικά χρωστάω πολλά στον Σταμάτη Γρατσία».
Ο Γιάννης Καραλής, πρόεδρος του δευτεροβαθμίου πειθαρχικού συμβουλίου του ΠΣΑΤ διευκρίνισε στην αρχή της παρέμβασής του ότι ανήκει στη γενιά των «δημοσιολέγων» και όχι των δημοσιογράφων γιατί κυρίως ασχολήθηκε με τα ραδιοτηλεοπτικά. «Στην Ηχώ πήγα την ημέρα της διάσπασης των ιδιοκτητών, όταν μου ζητήθηκε ξαφνικά να εργαστώ για το φύλλο της επόμενης ημέρας». Από την Ηχώ έμαθε ότι η εφημερίδα επιδρά σε όλα τα Μέσα. «Μάθαμε καλή δημοσιογραφία», επισήμανε «και η κολεκτίβα αυτή, η παρέα της εφημερίδας δεν υπάρχει πουθενά αλλού, αυτή η αμιγώς δημοσιογραφική παρέα που ζυμώνεται όλη μέρα δεν συναντάται πλέον».
Ο Δημήτρης Μπάτσιος, ανταποκριτής για πολλά χρόνια στο Βόλο, τόνισε ότι στα αθλητικά αναμείχθηκε από σπόντα και παρέμεινε στην Ηχώ για 20-25 χρόνια. Ασχολήθηκε με τα αθλητικά όταν είπε στον τότε εκδότη της «Θεσσαλίας» όπου εργαζόταν, ότι τα αθλητικά νέα τα διαβάζουν και πρυτάνεις του πανεπιστημίου, συνεπώς πρεπει να έχουν την ίδια μεταχείριση της ελληνικής γλώσσας και οι αθλητικοί συντάκτες να γράφουν με σεβασμό. Έτσι ανέλαβε το κομμάτι αυτό και οι μνήμες του από την εφημερίδα είναι πάντα πολύ ξεχωριστές.
Ο Σπύρος Κερκύρας, Διευθυντής σήμερα της εφημερίδας «Φως των Σπορ», της αρχαιότερης μετά την Ηχώ αθλητικής εφημερίδας, θυμάται γεμάτα γραφεία, πανικό στη δουλειά και όμορφες στιγμές. «Είχα περάσει για πολύ λίγο διάστημα και έγραφα μάτς μικρών κατηγοριών του μπάσκετ» τόνισε και συνέχισε «Το Φως ήταν το αντίπαλον δέος της Ηχούς και το αντίστροφο. Πρόκειται για δυο τεράστιες εφημερίδες, γεμάτες από ύλη που μονοπωλούσαν εκείνη την εποχή το ενδιαφέρον».
Ο Κώστας Πιτιακούδης, που σήμερα είναι υπεύθυνος του site evrosnews, με κέντρο την Θράκη και το μυαλό του εστιασμένο στα γεγονότα του Έβρου, αναφέρθηκε στα πρώτα του βήματα στη δημοσιογραφία ως ανταποκριτής και βεβαίως στο ξεκίνημα που έκανε. Ήρθε στην Ηχώ το 1987 και στην αρχή μαθήτευσε δίπλα στον Σωτήρη Παπαϊωάννου. «Ήμουν ένα παιδί από την επαρχία», τόνισε «ωστόσο με αντιμετώπισαν με αγάπη και ειλικρινή διάθεση για προσφορά όλοι. Έχω τις καλύτερες αναμνήσεις».
Ο Στέλιος Γρηγοριάδης, ανταποκριτής για αρκετά χρόνια της εφημερίδας στη Θεσσαλονίκη, υπογράμμισε ότι θα ήταν ευχής έργον όλα αυτά που ακουγονται σήμερα, να τα παρακολουθήσουν οι νέοι για να καταλάβουν ότι δημοσιογράφος δεν είσαι επειδή έτυχε να βγεις στην τηλεόραση ή επειδή πήρες εκπομπή στο ραδιόφωνο και κάνεις copy paste ή όταν δεν ξέρεις ελληνικά. «Στις ιστορικές εφημερίδες», ανέφερε «εμαθα τι σημαίνει ευρύτητα πνεύματος και ανθρωπιά, ικανότητα στο ρεπορτάζ, τι σημαίνει να είσαι διευθυντής και αρχισυντάκτης, τι σημαίνει να μην ανταγωνίζεσαι». Στις αναμνήσεις του κρατάει και την ωραία ατμόσφαιρα που υπήρχε εκείνα τα χρόνια στην εφημερίδα.
Ο Στέλιος Κατεργιαννάκης, ανταποκριτής στο Ηράκλειο, ανέφερε ότι η Ηχώ ήταν ένα μεγάλο σχολείο, από όπου όλοι έμαθαν και πήγαν μπροστά. Παρά τις δυσκολίες πέρασε υπέροχες στιγμές και οφείλει να πει ένα μεγάλο ευχαριστώ για την καθημερινή συνεργασία σε όλους τους συναδέλφους.
Ο Ευάνθης Γκογκούλης τόνισε ότι νιώθει πολύ μικρός, τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά, ανάμεσα σε τόσο καταξιωμένους συναδέλφους. «Στην Ηχώ μάθαμε τη δουλειά και κύριο μέλημα ήταν να καθιερωθούμε. Περνούσαμε καλά, ζούσαμε όμορφες στιγμές, και μόνο που βρισκόμουν στο πλάι αυτών των σημαντικών δημοσιογράφων ήταν μεγάλο γεγονός».
Ο Μιχάλης Φουντουκίδης, γιος του μεγάλου δάσκαλου Ευάγγελου Φουντουκίδη, ανέφερε ότι ξεκίνησε τη δημοσιογραφική του πορεία στην Ηχώ το 1991, οπότε και βρέθηκε ανάμεσα σε παλιούς και νέους συναδέλφους. Οι αναμνήσεις είναι υπέροχες, ωστόσο η υπέροχη ιστορία του αθλητικού Τύπου και της Ηχούς τέλειωσε άδοξα και αυτό είναι εξαιρετικά λυπηρό.
Ο Α΄ Αντιπρόεδρος του ΠΣΑΤ, Φώντας Χήτας, επισήμανε ότι ανοίξαμε έναν κύκλο με τις ιστορικές αθλητικές εφημερίδες, αφού πάνω στην Ηχώ και στο Φως ακουμπούσε τότε όλος ο ελληνικός αθλητισμός. Ήταν η εποχή που τα αθλητικά τα περνούσαν ξώφαλτσα, μέχρι που κατάλαβαν τη δυναμική τους και τα ενέταξαν σε ειδικά ένθετα των πολιτικών. «Θα ήθελα ωστόσο», τονισε «να μας απασχολήσει και το μετά. Όταν κλείσει αυτός ο κύκλος των ιστορικών αθλητικών εφημερίδων, να αναλογιστούμε τι ήταν ο αθλητικός τύπος, πώς λειτούργησε και πώς κατάντησε. Στο ίδιο θέμα και για τις ευθύνες που υπάρχουν για το τέλος, εκανε ειδική αναφορά ο Πάυλος Γερακάρης.
Ο πρόεδρος του ΠΣΑΤ Γιάννης Θεοδωρακόπουλος ευχαρίστησε τους συναδέλφους Κώστα Αλεξόπουλο και Άγγελο Μενδρινό, για τη συμβολή τους στην υλοποίηση της μεγάλης αυτής πρωτοβουλίας. Επίσης τον τεχνικό μας Μάνθο Μπάντελη, που για μια ακόμη φορά φρόντισε όλες τις τεχνικές λεπτομέρειες. Εκ μέρους του Δ.Σ. του ΠΣΑΤ, παρόντες ήταν και η Β’ αντιπρόεδρος Χριστίνα Αμερικάνου, ο γενικός γραμματέας Κώστας Χατζηδημητρίου, ο έφορος Μάνος Σταραμόπουλος και το μέλος του Δ.Σ. Κώστας Τουτσίδης.
Η διαδικτυακή ημερίδα μεταδόθηκε από το κανάλι του ΠΣΑΤ στο YouTube και η συνέχεια θα δοθεί τη Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου και ώρες 11.00-14.00 με το αφιέρωμα του Συνδέσμου στο αθλητικό ένθετο της εφημερίδας «Θεσσαλονίκη» και στο δημιουργό του Σταύρο Ρεπανά.